Γράφει για το ημερολόγιο του Συνδέσμου ο Μάνος Στεφανίδης (αποφ.72), Ιστορικός Τέχνης Επίκουρος Καθηγητής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Γεννήθηκα πριν από μισού αιώνα και κάτι (πανσελήνους) στα Ταμπούρια του Πειραιά. Ο πατέρας μου ήρθε γαμπρός απ’ το Νέο Κόσμο (οδός Πυθέου, κάθετος της Βουλιαγμένης) και η μάνα μου που έμεινε ως τότε στη Πηγάδα (Ιωνιδών), πήρε προικώον ένα σπίτι στο Άη Δημήτρη (Π. Μαυρομιχάλη και Ψαρρών). Η ζωή μας από τότε κυλούσε μεταξύ Αγίων και Αμαρτωλών: Άγιος Βασίλειος, Αγία Σοφία, Υπαπαντή, Άγιος Αντώνιος, Τρούμπα, Άγιος Γεώργιος, Άγιος Διονύσιος, Κοπή, Σκαγιάδικο, Δραπετσώνα, ακτή Ξαβερίου, Ηλεκτρικός, Πασαλιμάνι, οδός Νοταρά, οδός Φίλωνος. Ο πατέρας μου ήταν τορναδόρος στου Διακουμάκου και η μάνα μου ήταν μάνα (ιδιαίτερα όταν ο πατέρας μου αναγκάστηκε λόγω κρίσης να γίνει ναυτικός, με “ευεργετικό” φυλλάδιο). Ήταν η εποχή τέλος της δεκαετίας του ‘60 που τελείωνα το δημοτικό (43ο δημόσιο) και έπρεπε να πάω στο γυμνάσιο. Στη γειτονιά μου βόλευαν και το 4ο και το 5ο αλλά η μάνα μου είχε άλλες φιλοδοξίες για μένα. Έτσι στην Α’ και Β’ γυμνασίου πήγα στο Ζάννειο πειραματικό αλλά εξαιτίας της πληθώρας των τεχνικών μαθημάτων που δεν μου άρεσαν, έφυγα και έγινα δεκτός λόγω υψηλής βαθμολογίας, στην Ιωνίδειο Πρότυπο Σχολή.
Στο τμήμα μου ως σχεδόν το τέλος του γυμνασίου είχα συμμαθητές τον Βασίλη Μπεζαντάκο, διακεκριμένο φιλόλογο σήμερα, τον Γιώργο Πουκαμισά, πρέσβη μας στη Ρουμανία, τον Χρήστο Μυλωνόπουλο, καθηγητή της Νομικής στο Παν/μιο Αθηνών, τον ηθοποιό και τραγουδιστή Σάκη Μπουλά, τον ιστορικό του αθλητισμού Βαγγέλη Φιλίππου, τον Θανάση Παφίλη (ανέκαθεν τιμημένο ΚΚΕ!), τους αδελφούς Αναστασάκους, Γιάννη και Παναγιώτη (της AGB!), τον Κώστα Τατζίδη, μαθηματική ευφυία, τους εκλεκτούς νομικούς Μιλτιάδη Καραγιάννη, Άρη Μερμηγκα, Γιάννη Παριανό, Σπύρο Φωκά, Νίκο Κουμέλη, τον καθηγητή της Νομικής Μιχάλη Σπουρδαλάκη, τον πολυπράγμονα, φανατικό πειραιώτη Αλέκο Τσουρινάκη, τον επονομαζόμενο και “Γκολγκόθα”, τον Γιώργο Φωτόπουλο, τον Κώστα Αλιμαντήρη, τον πολιτικοποιημένο επιχειρηματία Πάνο Πλαγιανάκο, τον επιτυχημένο δήμαρχο Ρέντη Γιώργο Ιωακειμίδη, τον επονομαζόμενο “Γκόγκο”, τον ιατρό Κώστα Καραμάνη του Μετροπόλιταν -τα ονόματα των υπόλοιπων συμμαθητών μου ιατρών τα ξεχνάω και για λόγους αυτοπροστασίας και εξαιτίας Alzheimer- τον γερμανοτραφή και εραστή (γενικώς) Θανάση Τραυλό, τον χημικό Σπύρο Σταυρακάκη -με την υπέροχη φωνή που μάγευε κυρίως τις ακροάτριές του- τον ναύτη-συμπολεμιστή μου Δημήτρη Καλιαμπάκο, κ.α..
Αποφοιτήσαμε όλοι εμείς το καλοκαίρι του 1972 μέσα στην έξαρση της διδακτορικής ηλιθιότητας και επίσης όλοι, χωρίς εξαιρέσεις, μπήκαμε σε πανεπιστημιακά ιδρύματα, κύριως της ημεδαπής και μερικοί τυχεροί του εξωτερικού. Επρόκειτο για περισσότερο από 110 αποφοίτους! Συνυπήρξαμε όχι χωρίς προβλήματα στα δύσκολα εφηβικά μας χρόνια και ως σήμερα αισθανόμαστε πως το κοινό μας σχολείο αποτελεί ζωντανό σημείο αναφοράς και ακατάλυτο κρίκο φιλίας. Η Ιωνίδειος μας έμαθε και γράμματα και μέθοδο σκέψης αλλά και κάτι που το επαναλάμβανε ο πατέρας μου συνεχώς αν και κάπως ανορθόγραφα στα γράμματα που μου έστελνε απ’ τη μέση του ωκεανού: πως δηλαδή “τ’ αγαθά κόποις κτώνται”.
Νομίζω πως όλοι εμείς και οι παλιότεροι από μας -αναφέρω τους φίλους μου Φωκίωνα Γεωργακόπουλο, νυν πρόεδρο του Νομικού Συμβούλιου του Κράτους και Γιώργο Αριστηνό, διακεκριμένο συγγραφέα- απολαύσαμε μια ποιότητα εκπαίδευσης που σήμερα λείπει δραματικά από την κατά τ’ άλλα ακόμη ευημερούσα και αχόρταγα νεόπλουτη κοινωνία μας. Μιαν εκπαίδευση και ένα σχολείο που ευνοούσαν την άμιλλα, επιβράβευσαν την αξιοκρατία, επιδοκίμαζαν την αριστεία και λειτουργούσαν με κριτήρια αταξικής αντικειμενικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Φτωχόπαιδα και αστοί συνυπήρχαμε αρμονικά όμως επιβραβευόταν ο καλύτερος προτρεπόντας όλους τους υπόλοιπους να είναι όσο πιο καλοί μπορούσαν. Χωρίς ρουσφέτια, νεποτισμούς ή μέσα. Χωρίς, κυρίως, την εύνοια του οποίου διάσημου μπαμπά. Αταξική άμιλλα σε μια εξόχως ταξική κοινωνία! Είχαμε, θυμάμαι, όλοι μας έντονο ανταγωνισμό αλλά γνωρίζαμε να χειροκροτούμε ανιδιοτελώς όποιον ξεχώριζε. Το σχολείο ήταν τότε αυστηρό, συντηρητικό, αλλά διέθετε μια σειρά εξαιρετικών δασκάλων-παιδαγωγών οι οποιοί ήξεραν ν’ αναπτύσσουν τα ταλέντα και τις δεξιότητες του καθενός αλλά και να θεραπεύσουν τις μειονεξίες ή τις εφηβικές μας ανασφάλειες. Θυμάμαι αυτή τη στιγμή τους φιλόλογους Δημήτρη Σάρρο, Βασίλη Σκουλάτο, Πόπη Καραγεωργοπούλου, Σέργιο Φασουλάκη -τον οποίο είχα καθηγητή και στη φιλοσοφική σχολή του πανεπιστήμιο Αθηνών-, Νίκο Γιαννόπουλο, Αχιλλέα Λαζάρου κ.α..
Θα μου πείτε βέβαια ότι εξωραΐζω μια εποχή και κάποια γεγονότα λόγω απόστασης, χρόνου και ίσως νε έχετε δίκαιο. Όμως η ίδια απόσταση του χρόνου καταδεικνύει το πόσο άδικο είχε η πολιτεία, όταν στη δεκαετία του ‘80 και στο πλαίσιο μιας λαϊκιστικής εξίσωσης προς τα κάτω, κατήργησε το καθεστώς των πρότυπων σχολείων, καταργώντας κυρίως τις εισαγωγικές εξετάσεις σ’ αυτά· πρόκειται για μιαν ολέθρια αντίληψη τις ευρύτερες συνέπειες της οποίας πληρώνουμε σήμερα απαξάπαντες. Αθώοι και ένοχοι. Εν ονόματι της δημοκρατίας και της ισότητας προκρίθηκαν η ήσσων προσπάθεια έναντι του δημιουργικού ανταγωνισμού και της αριστείας, η προς τα κάτω εξίσωση και η «δημοκρατία» της λούφας και παραλλαγής. Ζούσαμε ήδη στην βασιλεία του δήθεν και του τηλεοπτικού κοινοβουλευτισμού. Η Ιωνίδειος βέβαια συνέχισε να παρέχει υψηλής ποιότητας παιδεία και μετά την εκπαιδευτική “μεταρρύθμιση” ως μικτό πλέον γυμνάσιο και λύκειο. Το κακό που όμως συντελέστηκε τη μέση εκπαίδευση ήταν και είναι εξαιρετικά σοβαρό. Αυτή η κοινωνία πρέπει να ξαναμάθει ν’ αξιολογεί, να επιβραβεύει, να προκρίνει, να προβάλει, να στηρίζει όσους έχουν την διάθεση να προκριθούν και να ξεχωρίσουν, στηριζόμενοι αποκλειστικά στα πνευματικά και τα ψυχικά τους αποθέματα. Αυτή η κοινωνία οφείλει να διαγωνίζεται χωρίς να διαγκωνίζεται. Με αξιοπρέπεια αλλά και με πάθος. Τόσο απλά.